Στην επιθυμία μιας αιώνιας ζωής, οι άνθρωποι θεώρησαν το θάνατο σαν κάτι περαστικό, σαν ένα λυπητερό σταθμό και σκύβοντας μπροστά στο "μυστήριό" του έφθασαν να τον ευλαβούνται. Ακόμα πριν να μάθουν να κατεργάζονται την πέτρα, το μάρμαρο και το σίδερο για να προφυλάγουν τους ζωντανούς, ήξεραν να δουλεύουν τα υλικά αυτά για να τιμούν τους πεθαμένους. Οι εκκλησίες και τα καμπαναριά κάτω από τους θόλους και τις αψίδες τους και μέσα στα αναλόγιά τους, έκλειναν πλούσιους τάφους, ενώ δίπλα τους γκρεμίζονταν φτωχές καλύβες που άθλια υπεράσπιζαν τους φτωχούς. Η ευλάβεια των νεκρών από τα πρώτα χρόνια, έχει φέρει εμπόδια στην πρόοδο των ανθρώπων. Είναι η "προπατορική αμαρτία" το νεκρό βάρος, η μπάλα που σέρνει η ανθρωπότητα.
Οι πρόγονοί μας… τα περασμένα… οι νεκροί… Οι λαοί χάθηκαν απ' αυτόν τον τριπλό σεβασμό. Η Κίνα βρίσκεται ακόμα στο ίδιο επίπεδο που βρισκόταν πριν από χιλιάδες χρόνια, γιατί κράτησε για τους νεκρούς την πρώτη θέση στην οικογενειακή εστία. Στον αιώνα του ηλεκτρισμού ο άνθρωπος πιστεύει ακόμα στον Παράδεισο, στους θεούς της εκδίκησης και της συγγνώμης, για να σεβαστεί τις ιδέες των προγόνων του.
Όλες μας οι γιορτές και οι δοξολογίες, είναι επέτειοι θανάτων και σφαγών. Οι νεκροί φράζουν τις πολιτείες, τους δρόμους, τις πλατείες. Τους συναντά κανείς μαρμαρένιους, πέτρινους και χάλκινους. Το όνομα του δρόμου δεν δείχνει την κατάστασή τους, το σχήμα, τη στάση, τη θέση τους. Μας θυμίζει τον άγιο Ελευθέριο ή τον ιππότη της Barre, ανθρώπους που στο κάτω-κάτω η μόνη τους ιδιότητα ήταν να πεθάνουν.
Γυναίκες που μπορούν να σας πουν τη χρονολογία των βασιλιάδων της Γαλλίας χωρίς κανένα λάθος στην ημερομηνία, δεν ξέρουν πώς να περιποιηθούν το παιδί που βγάζει την πρώτη κραυγή της ζωής. Ενώ αφήνουν την κοπέλα πλάι σ' εκείνον που ψυχομαχά, φροντίζουν με τη μεγαλύτερη προσοχή να την αλαργάρουν από εκείνη που θα ανοίξει την κοιλιά της στη ζωή. Οι άνθρωποι που δεν σέβονται καθόλου το ζωντανό τους οργανισμό, που τον εξασθενούν, τον δηλητηριάζουν, τον βάζουν σε κίνδυνο, ξαφνικά παίρνουν έναν κωμικό σεβασμό για το λείψανό τους.
Η ευλάβεια στους νεκρούς είναι μια από τις πιο χοντρές πλάνες των ζωντανών. Είναι ακατανόητο το ποσό της ύλης που ξοδεύει η ανθρωπότητα για να διατηρεί αυτή την ευλάβεια. Αν όλη αυτή τη δύναμη τη χρησιμοποιούσαν για να περιποιούνται τα παιδιά, χιλιάδες απ' αυτά θα σώζονταν από τις ασθένειες και το θάνατο. Αν ο κουτός σεβασμός στους νεκρούς χανόταν για να παραχωρήσει τη θέση του στο σεβασμό προς τους ζωντανούς, η ανθρώπινη ευτυχία και υγεία θα επουλώνονταν σε αφάνταστο βαθμό.
Οι άνθρωποι δέχονται την υποκρισία των νεκροφάγων, από το παπά που δίνει τον αγιασμό μέχρι τον έμπορο του αιώνιου οικοπέδου, από τον πωλητή των στεφάνων μέχρι το γλύπτη των νεκρικών αγγέλων. Μέσα σε γελοία κασόνια που τα οδηγούν και τα συνοδεύουν λογής-λογής χοντροειδή νευρόσπαστα, σηκώνουν τα ανθρώπινα απομεινάρια και τα κατατάσσουν ανάλογα με την οικονομική θέση του καθένα, ενώ θα ήταν αρκετή μια καλή υπηρεσία μεταφοράς, άμαξες ερμητικά κλεισμένες κι ένας καλός φούρνος, καμωμένος σύμφωνα με τις τελευταίες ανακαλύψεις τις επιστήμης. Επειδή οι άνθρωποι είναι αμαθείς, γι' αυτό περιστοιχίζουν με δογματικούς πιθηκισμούς ένα φαινόμενο τόσο απλό όπως είναι ο θάνατος.
Αν, όμως, πάρουμε το ζήτημα από τη γενική του άποψη, θάνατος δεν υπάρχει. Μόνο η ζωή υπάρχει. Ύστερα από εκείνο που λέμε θάνατο, τα φαινόμενα της μεταμόρφωσης εξακολουθούν. Το οξυγόνο, το υδρογόνο, τα αέρια, τα μέταλλα, φεύγουν σε διάφορες μορφές, σμίγουν σε νέους συνδυασμούς και συντελούν στο σχηματισμό νέων ζωντανών οργανισμών. Θάνατος δεν υπάρχει, παρά μόνο κυκλοφορία των σωμάτων, αλλαγή στην όψη της ύλης και της ενέργειας, ακατάπαυστη εξακολούθηση σε χρόνο και διάστημα της παγκόσμιας ζωής και δράσης.
Το να περιποιείται κανείς ένα κουφάρι, να ντύνεται στα μαύρα, να φορεί κρέπια, δεν φανερώνει την ειλικρίνεια του καημού του. Αυτός που ακολουθεί με σεβασμό μια νεκροφόρα, λύσσαξε χθες για να λιμοκτονήσει τον μακαρίτη κι εκείνος εκεί μαλλιοτραβιέται πίσω από το πτώμα κάποιου που δεν έκανε τίποτα για να τον βοηθήσει, ενώ ίσως ήταν ακόμα καιρός για να του σώσει τη ζωή. Κάθε μέρα η κεφαλαιοκρατική κοινωνία σπέρνει το θάνατο με τη κακή της οργάνωση, την αθλιότητα που δημιουργεί, την έλλειψη της υγιεινής, τις στερήσεις και την αμάθεια από τις οποίες υποφέρουν τα άτομα. Υποστηρίζοντας λοιπόν μια τέτοια κοινωνία οι άνθρωποι, είναι οι ίδιοι οι αίτιοι της κακομοιριάς τους κι αντί ν’ αναστενάζουν μπροστά στο πεπρωμένο, θα έκαναν καλύτερα να εργαστούν να καλυτερεύσουν τους όρους της ύπαρξης τους, για να δώσουν στην ανθρώπινη ζωή το ανώτατο όριο της ανάπτυξης και της έντασης.
Η ευλάβεια στους νεκρούς, επειδή βασίζεται πάνω στην αμάθεια, την ανοησία, την ευπιστία, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί παρά μόνο με την υποκρισία και το φόβο μήπως πειράξουμε τις προλήψεις του γείτονα. Οι ελεύθεροι άνθρωποι πρέπει να απελευθερωθούν από την κακή αυτή ιδέα, ν’ αφήσουν κατά μέρος αυτές τις παιδιάστικες θρησκοληψίες και να αντιτάξουν την αντίληψη της ωφέλιμης προσπάθειας και της αρμονικής ζωής.
Οι πρόγονοί μας… τα περασμένα… οι νεκροί… Οι λαοί χάθηκαν απ' αυτόν τον τριπλό σεβασμό. Η Κίνα βρίσκεται ακόμα στο ίδιο επίπεδο που βρισκόταν πριν από χιλιάδες χρόνια, γιατί κράτησε για τους νεκρούς την πρώτη θέση στην οικογενειακή εστία. Στον αιώνα του ηλεκτρισμού ο άνθρωπος πιστεύει ακόμα στον Παράδεισο, στους θεούς της εκδίκησης και της συγγνώμης, για να σεβαστεί τις ιδέες των προγόνων του.
Όλες μας οι γιορτές και οι δοξολογίες, είναι επέτειοι θανάτων και σφαγών. Οι νεκροί φράζουν τις πολιτείες, τους δρόμους, τις πλατείες. Τους συναντά κανείς μαρμαρένιους, πέτρινους και χάλκινους. Το όνομα του δρόμου δεν δείχνει την κατάστασή τους, το σχήμα, τη στάση, τη θέση τους. Μας θυμίζει τον άγιο Ελευθέριο ή τον ιππότη της Barre, ανθρώπους που στο κάτω-κάτω η μόνη τους ιδιότητα ήταν να πεθάνουν.
Γυναίκες που μπορούν να σας πουν τη χρονολογία των βασιλιάδων της Γαλλίας χωρίς κανένα λάθος στην ημερομηνία, δεν ξέρουν πώς να περιποιηθούν το παιδί που βγάζει την πρώτη κραυγή της ζωής. Ενώ αφήνουν την κοπέλα πλάι σ' εκείνον που ψυχομαχά, φροντίζουν με τη μεγαλύτερη προσοχή να την αλαργάρουν από εκείνη που θα ανοίξει την κοιλιά της στη ζωή. Οι άνθρωποι που δεν σέβονται καθόλου το ζωντανό τους οργανισμό, που τον εξασθενούν, τον δηλητηριάζουν, τον βάζουν σε κίνδυνο, ξαφνικά παίρνουν έναν κωμικό σεβασμό για το λείψανό τους.
Η ευλάβεια στους νεκρούς είναι μια από τις πιο χοντρές πλάνες των ζωντανών. Είναι ακατανόητο το ποσό της ύλης που ξοδεύει η ανθρωπότητα για να διατηρεί αυτή την ευλάβεια. Αν όλη αυτή τη δύναμη τη χρησιμοποιούσαν για να περιποιούνται τα παιδιά, χιλιάδες απ' αυτά θα σώζονταν από τις ασθένειες και το θάνατο. Αν ο κουτός σεβασμός στους νεκρούς χανόταν για να παραχωρήσει τη θέση του στο σεβασμό προς τους ζωντανούς, η ανθρώπινη ευτυχία και υγεία θα επουλώνονταν σε αφάνταστο βαθμό.
Οι άνθρωποι δέχονται την υποκρισία των νεκροφάγων, από το παπά που δίνει τον αγιασμό μέχρι τον έμπορο του αιώνιου οικοπέδου, από τον πωλητή των στεφάνων μέχρι το γλύπτη των νεκρικών αγγέλων. Μέσα σε γελοία κασόνια που τα οδηγούν και τα συνοδεύουν λογής-λογής χοντροειδή νευρόσπαστα, σηκώνουν τα ανθρώπινα απομεινάρια και τα κατατάσσουν ανάλογα με την οικονομική θέση του καθένα, ενώ θα ήταν αρκετή μια καλή υπηρεσία μεταφοράς, άμαξες ερμητικά κλεισμένες κι ένας καλός φούρνος, καμωμένος σύμφωνα με τις τελευταίες ανακαλύψεις τις επιστήμης. Επειδή οι άνθρωποι είναι αμαθείς, γι' αυτό περιστοιχίζουν με δογματικούς πιθηκισμούς ένα φαινόμενο τόσο απλό όπως είναι ο θάνατος.
Αν, όμως, πάρουμε το ζήτημα από τη γενική του άποψη, θάνατος δεν υπάρχει. Μόνο η ζωή υπάρχει. Ύστερα από εκείνο που λέμε θάνατο, τα φαινόμενα της μεταμόρφωσης εξακολουθούν. Το οξυγόνο, το υδρογόνο, τα αέρια, τα μέταλλα, φεύγουν σε διάφορες μορφές, σμίγουν σε νέους συνδυασμούς και συντελούν στο σχηματισμό νέων ζωντανών οργανισμών. Θάνατος δεν υπάρχει, παρά μόνο κυκλοφορία των σωμάτων, αλλαγή στην όψη της ύλης και της ενέργειας, ακατάπαυστη εξακολούθηση σε χρόνο και διάστημα της παγκόσμιας ζωής και δράσης.
Το να περιποιείται κανείς ένα κουφάρι, να ντύνεται στα μαύρα, να φορεί κρέπια, δεν φανερώνει την ειλικρίνεια του καημού του. Αυτός που ακολουθεί με σεβασμό μια νεκροφόρα, λύσσαξε χθες για να λιμοκτονήσει τον μακαρίτη κι εκείνος εκεί μαλλιοτραβιέται πίσω από το πτώμα κάποιου που δεν έκανε τίποτα για να τον βοηθήσει, ενώ ίσως ήταν ακόμα καιρός για να του σώσει τη ζωή. Κάθε μέρα η κεφαλαιοκρατική κοινωνία σπέρνει το θάνατο με τη κακή της οργάνωση, την αθλιότητα που δημιουργεί, την έλλειψη της υγιεινής, τις στερήσεις και την αμάθεια από τις οποίες υποφέρουν τα άτομα. Υποστηρίζοντας λοιπόν μια τέτοια κοινωνία οι άνθρωποι, είναι οι ίδιοι οι αίτιοι της κακομοιριάς τους κι αντί ν’ αναστενάζουν μπροστά στο πεπρωμένο, θα έκαναν καλύτερα να εργαστούν να καλυτερεύσουν τους όρους της ύπαρξης τους, για να δώσουν στην ανθρώπινη ζωή το ανώτατο όριο της ανάπτυξης και της έντασης.
Η ευλάβεια στους νεκρούς, επειδή βασίζεται πάνω στην αμάθεια, την ανοησία, την ευπιστία, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί παρά μόνο με την υποκρισία και το φόβο μήπως πειράξουμε τις προλήψεις του γείτονα. Οι ελεύθεροι άνθρωποι πρέπει να απελευθερωθούν από την κακή αυτή ιδέα, ν’ αφήσουν κατά μέρος αυτές τις παιδιάστικες θρησκοληψίες και να αντιτάξουν την αντίληψη της ωφέλιμης προσπάθειας και της αρμονικής ζωής.
Albert Libertad - "Η ευλάβεια του ψοφιμιού"