Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011

Είκοσι χρόνια και ένας φονικός φράχτης
Στις 15 Ιανουαρίου συµπληρώθηκαν ακριβώς είκοσι χρόνια από την ηµέρα που πέρασα τα σύνορα και ήρθα στην Ελλάδα. Μαζί µε ένα καραβάνι ανθρώπων, όπως περιγράφω τη σκηνή στο βιβλίο µου «Μικρόηµερολόγιο συνόρων». Περνούσαµε έναν φονικό φράχτη που µας είχε χωρίσει βίαια για πέντε δεκαετίες από τον κόσµο, που µετέτρεψε την Αλβανία σε φυλακή και µας είχε πετάξει έξω από τον χρόνο.
Οι αλβανοί φύλακες µε τα Καλάσνικοφ ήταν ακόµα εκεί.
Το καθεστώς κατέρρεε, επικρατούσε χάος, δεν ήξεραν αν έπρεπε να µας πυροβολήσουν –όπως είχαν κάνει σε χιλιάδες περιπτώσεις µέχρι τότε– ή να µας αφήσουν να περάσουµε. Τελικά, έκαναν στην άκρη και µας άφησαν. Θυµάµαι τα φονικά τους βλέµµατα ενώ µας έβλεπαν να τρέχουµε σαν λυσσασµένοι για να περάσουµε στην άλλη πλευρά των συνόρων, στην άλλη πλευρά του κόσµου.
Θυµάµαι τα δικά µας λυσσασµένα βλέµµατα ενώ σκίσαµε τα καταραµένα συρµατοπλέγµατα: ποιος ξέρει πόσοι και πόσοι, πριν από µας, είχαν αφήσει την τελευταία τους πνοή εκεί. Και µετά η κραυγή: «Περάσαµε τα σύνορα!». Απίστευτο και τόσο µεθυστικό!
Προχθές σκεφτόµουν ξανά αυτές τις στιγµές.
Σκεφτόµουν προπαντός ότι είµαι πολύ τυχερός: είδα το ολοκληρωτικό καθεστώς να καταρρέει και δεν έζησα φυλακισµένος στην ίδια µου τη χώρα σαν τους γονείς µου. Σκεφτόµουν πώς πέρασαν τα είκοσι χρόνια. Πόσο γρήγορα περνούν τα χρόνια, ειδικά όταν είσαι µετανάστης και πρέπει να αρχίσεις τη ζωή σου από το µηδέν. Γιατί αυτό σηµαίνει να είσαι µετανάστης: να ξαναρχίσεις τη ζωή σου από το µηδέν.
Σκεφτόµουν τις ερωτήσεις που µουκάνουν κάθε τόσο φίλοι και αναγνώστες. Εάν έχω µετανιώσει ποτέ που έφυγα και εάν σκέφτοµαι καµιά φορά την επιστροφή. ∆εν µετάνιωσα ποτέ και οι επιστροφές δενµ’ αρέσουν. Σε τελευταία ανάλυση, ήθελα πάντα να ζήσω αλλού.
Και αυτά τα είκοσι χρόνια ήταν τα πιο δηµιουργικά της ζωής µου.
Σκεφτόµουν τους ανθρώπους που µου έδωσαν το χέρι όταν µε περικύκλωνε το σκοτάδι και η αβάσταχτη άγνοια που κουβαλούσα µαζί µου, σε µια ξένη χώρα όπου δεν ήξερα κανέναν άνθρωπο και καµία λέξη. ∆εν θα αναφέρω εδώ τα ονόµατά τους. ∆εν θα το ήθελαν ούτε οι ίδιοι.
Σκεφτόµουν και άλλα. Οπως, λόγου χάριν, ότι εάν είσαι µετανάστης, όταν έρχεσαι από το πουθενά, δεν σου συγχωρούν ούτε την αποτυχία ούτε την επιτυχία. Εάν αποτύχεις, θα σου πουν «καλά να πάθεις!». Εάν πετύχεις αρκετοί είναι αυτοί, φτωχοδιάβολοι ή «δυνατοί», που θα πουν: «Κοίτα, ο κωλοξένος έχει και το θράσος να πετύχει!». Κάποιοι από αυτούς, που διαθέτουν και εξουσία, παίρνουν και όρκο να σε τσακίσουν.
Εάν το καλοσκεφτείς, πρέπει να είµαι ευγνώµων και σε αυτούς. Φαίνεται παράξενο αλλά µου έδωσαν περισσότερα κίνητρα για να αντέξω. Μου άνοιξαν πιο πολύ την όρεξη να πετύχω. ∆εν ξέρω ποια είναι η φόρµουλα της επιτυχίας στη µετανάστευση. Νοµίζω ότι είναι η ίδια όπως και στη ζωή: κράτα το καλό που σου δίνεται, γράψε στα παλιά σου τα παπούτσια το κακό που θα συναντήσεις και τράβα µπροστά. Και µην ξεχάσεις ποτέ ότι σε αυτόν τον κόσµο είµαστε όλοι µετανάστες. Με µια προσωρινή άδεια παραµονής πάνω σε αυτήν τη γη, αθεράπευτα περαστικοί...

Γκαζµέντ Καπλάνι
(αφιερωμένο από το blog στους απεργούς πείνας)

2 σχόλια:

Πάνος Παπαδόπουλος είπε...

Ο Καπλάνι είναι φίλος και αδελφός και παράδειγμα για πολλούς από τους 300 που αντιμετωπίζουν τη μετανάστευση ως μαγαζί και τους ανθρώπους ως εμπορεύματα. Δεν έχει, όμως, να κάνει με τους μετανάστες (απεργούς πείνας ή μη), με τους κουστουμαρισμένους και τους καλοζωισμένους τα έχω, που βάλθηκαν να τσακίσουν την ανθρωπιά, όποια έχει απομείνει. Ομολογώ ότι και μένα έχει αρχίσει να γυαλίζει το μάτι μου. Δεν μιλάμε πια για μετανάστες και υποδοχείς, αλλά για πιόνια σε χοντρά παιχνίδια που σκοπό έχουν τη μπαχαλοποίηση, τη στρέβλωση και τη μεταξύ μας φαγωμάρα. Σου λέει, γουστάρεις ανθρωπισμό και αλληλεγγύη την σήμερον ημέρα; Θα σου δώσω να τα φας!

chrismos είπε...

Ο Γκάζι (χρησιμοποιώ το όνομα που και ο ίδιος θέλει να ακούει) είναι φίλος κι αδελφός (όχι μέσω "φαιοι εις book", αλλά) μέσω email που ανταλλάσσω μαζί του.
Αξεπέραστη η ευστοχία του στην καταγραφή των βασάνων των μεταναστών και της ανθρώπινης αλληλεγγύης.
Θα περίμενα, βέβαια, από τον ίδιο (ως εξαιρετική δημοσιογραφική πένα που είναι) να "κεντράρει" και να κατονομάσει ακριβώς το φαινόμενο της μετανάστευσης ως αναπότρεπτο αποτέλεσμα της φρίκης των πολέμων, της πλήρους εξαθλίωσης και των δικτατοριών που λατρεύει να σπέρνει ο καπιταλισμός. Σε τέτοιες καταστάσεις ο άνθρωπος δεν μεταναστεύει για να κατοχυρώσει μια ..."πετυχημένη" ζωή, αλλά για επιβίωση.
Για να εκπέσει ως σαθρό το ακροδεξιό ρατσιστικό επιχείρημα της απέλασης (αν όχι της ...θανάτωσης)
Χώρια που ο εμετός ΚΑΨΗμιτζήδων και ντερμπεντέρηδων ξεπερνά σε ποσότητα και δυσοσμία τον εμετό του χερχέρη...

(Πάνο, επίτρεψέ μου να διευκρινίσω το "300" στο ωραίο σου σχόλιο, λόγω ισάριθμου πλήθους των απεργών μεταναστών)